Έχω ανέβει Αθήνα, δουλειές μετά διακοπών και κανονίζω με μία φίλη να πιούμε ένα καφέ, από αυτούς τους οκτάωρους που θα έπρεπε να πληρώνονται μαζί μ' ασφάλιση.
Φεύγω από το πανέμορφο Κουκάκι -να ‘σαι καλά αδερφάκι που παρέχεις τροφή και στέγη- φτάνω στο μετρό και σε 5 λεπτά, Πανεπιστήμιο. Αθηναίοι, να εκτιμάτε τη συνέπεια του μετρό!
Μετά από κάμποση ώρα και πολλή ασυνεννοησία (πάνω σ' άφησε το αστικό ή κάτω; Μπροστά από το Γρήγορη; Δίπλα στο Σκλαβενίτη; Το Πανεπιστήμιο το βλέπεις; Κοψ' το ευθεία) καταφέρνουμε να βρεθούμε και να πάμε στα μαγευτικά -χωρίς καμία ειρωνεία Εξάρχεια-.
Μόλις φτάνεις στη Βαλτετσίου κι αρχίζεις να χαζεύεις τους γεμάτους συνθήματα τοίχους -εντάξει, πλήρωσα το τίμημα να εξηγήσω στη φίλη μου τι σημαίνει αντισπισισμός- είναι σαν να μπαίνουν όλα στη θέση τους, καλός ο ορθολογισμός, αλλά μερικές αύρες έχουν την τάση να τον εκμηδενίζουν.
Πρώτη στάση το αγαπημένο μου καφέ. Πώς οι τουρίστες επισκέπτονται την Αθήνα για την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα; Εγώ την επισκέπτομαι για τις πολύχρωμες καρέκλες του και για τις ιστορίες που έχει να σου προσφέρει και δε με απογοήτευσε ούτε αυτή τη φορά.
Οι ιστορίες ποικίλουν κάθε φορά, από μικρές κι ανούσιες, όπως η προσπάθεια της κοπέλας που καθόταν στο δίπλα τραπέζι να κόψει το τσιγάρο, που μου την εκμυστηρεύτηκε, ενώ μου έκανε τράκα λίγο καπνό, μέχρι αυτές που σου δίνουν δύναμη να πιστέψεις σ' ένα καλύτερο κόσμο.
Όσο λοιπόν, δύο άγνωστα τραπέζια συζητούσαμε για τον γνωστό εθισμό στη νικοτίνη περνάει μια κυρία, που το διαφορετικό της θρήσκευμα ήταν ολοφάνερο, καθώς φορούσε μαντίλα. Oλοφάνερο ήταν επίσης και το γεγονός ότι είχε χαθεί, ψάχνοντας κάτι. Τρεις άνθρωποι από τρία διαφορετικά τραπέζια άφησαν τον καφέ και την κουβέντα τους και σηκώθηκαν για να την ρωτήσουν τι ψάχνει και πώς μπορούν να βοηθήσουν. Αφού με κάποια δυσκολία κατάλαβαν πως έψαχνε τη στέγη κατάληψης προσφύγων και οι τρεις προθυμοποιήθηκαν να την πάνε μέχρι εκεί. Μπορείτε να με χαρακτηρίσετε προκατειλημμένη, αλλά αλήθεια πόσες φορές έχετε δει παρόμοιο περιστατικό σε άλλη περιοχή;
Έχοντας καλύψει την ανάγκη για καφεΐνη, έπρεπε να καλύψουμε κι άλλη μία από τις κατώτατες στην πυραμίδα των αναγκών, κατά Μάσλοου, αυτή της τροφής. Ανηφορίζοντας και κατηφορίζοντας για να βρούμε την κατάλληλη για εμάς τροφή, τα Εξάρχεια μας χρωστούσαν μία ακόμα ιστορία, που συγκαταλέγεται στην δεύτερη κατηγορία που αναφέραμε, σ’ αυτές που σε κάνουν να πιστεύεις σε ένα καλύτερο αύριο.
Η αστυνόμευση στην περιοχή ήταν ανέκαθεν έντονη, ωστόσο τον τελευταίο καιρό έχει ξεφύγει, ειδικά στα στενά που οδηγούν προς το δρόμο που βρίσκεται η κατάληψη στέγης προσφύγων -αυτή που σε πείσμα όλων δεν εκκενώνεται-. Σ’ ένα απ' αυτά τα στενά λοιπόν, περνούσε ένα παιδί κουβαλώντας κούτες που είχαν ως προορισμό το κατειλημμένο κτίριο κι ενώ προχωρούσε βιαστικός, κοντοστέκεται και χωρίς καμία ειρωνεία, απευθύνθηκε στους αστυνομικούς λέγοντας «Καλησπέρα, όλα καλά; Έχει καύσωνα σήμερα, κρατήστε» και τους έδωσε μία εξάδα με νερά, ενώ είχε πλήρη γνώση για το λόγο της ύπαρξής τους εκεί.
Με περίσσιο οξυγόνο λοιπόν, από αυτό που μοιράζει απλόχερα αυτή η γειτονιά -ναι περί γειτονιάς πρόκειται- κατηφορίσαμε προς την πλατεία για το αγαπημένο μας βιβλιοπωλείο -που είμαι πεπεισμένη ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην αύρα που αναφέραμε προηγουμένως- για να αγοράσω καρτ ποστάλ που μετέπειτα θα μοιράσω σε αγαπημένα πρόσωπα για να τους φέρουν τύχη.
Εξάρχεια λοιπόν, γιατί όλοι έχουν βαλθεί να μας πείσουν ότι είναι άσχημα και επικίνδυνα.
Εξάρχεια, γιατί σε ένα κόσμο χυδαιότητας, μυρίζουν έρωτα.
Εξάρχεια, γιατί σε ένα κόσμο παραίτησης, μυρίζουν πείσμα.
Εξάρχεια, γιατί η αλληλεγγύη τους -κι οι ιστορίες τους- δε θα τελειώσουν ποτέ!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου